Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

Για την Εκπαίδευση





Καστοριάδης: Ἂν δὲν ὑπάρχει ἔρωτας δὲν ὑπάρχει ἐκπαίδευση

 

Θα έλεγα πρώτα πρώτα ότι δεν μπορούμε να χωρίσουμε την εκπαίδευση από τη συνολική κοινωνική κατάσταση. Ο μακαρίτης, ο  καημένος ο Πλάτων έλεγε ήδη ότι ακόμα και οι τοίχοι της πόλης εκπαιδεύουν τους ανθρώπους και νομίζω ότι αυτό είναι μια τρομερά σημαντική και βαριά αλήθεια. Η εκπαίδευση ενός ανθρώπου, η παιδεία ενός ανθρώπου αρχίζει από την ηλικία μηδέν και φτάνει ως την ηλικία ωμέγα, δηλ. τη στιγμή που θα πεθάνει, συνεχώς διαμορφώνεται αυτός ο άνθρωπος. Διαμορφώνεται από τι; Διαμορφώνεται από όλα όσα προσλαμβάνει. Διαμορφώνεται από όλα όσα είναι γύρω του. Λοιπόν, τί διαμόρφωση υφίστατο ένας αρχαίος Αθηναίος περπατώντας, βλέποντας την Ακρόπολη, την Αγορά, τη Στοά και τα λοιπά και τα λοιπά και τί διαμόρφωση υφίσταται ένας σημερινός Αθηναίος ζώντας μέσα σε αυτό το φρικτό τερατούργημα που λέγεται Αθήνα και που έγινε τερατούργημα μέσα σε σαράντα χρόνια, δυνάμει όλων των μεγαλοφυών πολιτικών μας; Δεν είναι έτσι!...Ή τι διαμόρφωση υφίστατο ένας αρχαίος Αθηναίος βλέποντας τραγωδίες στο θέατρο του Διονύσου και τί διαμόρφωση υφίσταται σήμερα ένας άνθρωπος βλέποντας τις διαφημίσεις της τηλεόρασης, δεν ξέρω τι!...

Για να υπάρξει πραγματική εκπαίδευση με την αυστηρή έννοια του όρου υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: είναι ότι αυτή η εκπαιδευτική διαδικασία γίνεται αντικείμενο επένδυσης και πάθους και από τους εκπαιδευτές και από τους εκπαιδευόμενους και, για να το πω καθαρά, ότι αν δεν υπάρχει έρωτας μες στην εκπαίδευση δεν υπάρχει εκπαίδευση! Εάν κάποιος κάτι μαθαίνει μέσα στο σχολείο είναι διότι, διαδοχικά, έναν καθηγητή σε κάποια τάξη –και στο πανεπιστήμιο ακόμη- τον ερωτεύεται και τον ερωτεύεται διότι βλέπει ότι αυτός ο ίδιος ο καθηγητής είναι ερωτευμένος με αυτό που διδάσκει. Λοιπόν, για να τα πω επίσης καθαρά και για να γίνω πλήρως απεχθής σ’ αυτούς που με ακούνε, σήμερα οι εκπαιδευτικοί ασχολούνται με τις επαγγελματικές τους διεκδικήσεις, οι οικογένειες ασχολούνται με το να πάρει το παιδί ένα ‘χαρτί’ και τα παιδιά ασχολούνται με ο,τιδήποτε άλλο εκτός από την επένδυση των πραγμάτων που μαθαίνουν. Λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει εκπαίδευση.

Στη Γαλλία αλλάζουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα κάθε ένα χρόνο και το σύστημα και τα λοιπά και τα λοιπά… Κάθε υπουργός παιδείας αλλάζει και κάθε χρόνο πάει και χειρότερα το πράγμα, γιατί; Γιατι δεν μπορούν να αλλάξουν, ούτε είναι ικανοί να σκεφτούν πού είναι το πραγματικό πρόβλημα. Το πραγματικό πρόβλημα είναι αυτός ο έρωτας των παιδιών για αυτόν που τους διδάσκει και γι' αυτά τα οποία διδάσκει, του διδάσκοντος για τα παιδιά και γι' αυτά που διδάσκει ο ίδιος και της οικογένειας, η οποία επενδύει όλα αυτά τα πράγματα. Για να υπάρξουν όλα αυτά πρέπει να υπάρξει μια άλλη στάση απέναντι στη ζωή και στη γνώση και όχι απλώς η στάση ότι πηγαίνουμε στο σχολείο για να πάρουμε το καλύτερο δυνατό ‘χαρτί’ που θα μας κάνει μετά να έχουμε το καλύτερο δυνατό επάγγελμα ή να μας κάνει να βγάλουμε τα περισσότερα δυνατά λεφτά. Όσο υπάρχει αυτή η νοοτροπία, θα υπάρχει μια συνεχής χειροτέρευση, όπως τη βλέπουμε και σε χώρες όχι σαν την Ελλάδα, αλλά σε μια χώρα όπως η Γαλλία, που έχει τεράστιες ισχυρές παραδοσιακές δομές από δέκα αιώνες και ιδίως στο θέμα της εκπαίδευσης, όπου βλέπει κανείς τη συνεχή φθορά των Λυκείων, των Γυμνασίων, εκεί πέρα και των εκπαιδευτικών και των μαθημάτων που διδάσκονται και των παιδιών και των οικογενειών. Και αυτό είναι όλο το κοινωνικοϊστορικό ρεύμα.


Πηγή: Αντικλείδι
Μεταγραφή από το: Καστοριάδης - Εκπαίδευση

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Children of the Riots

Το ντοκιμαντέρ Children of the Riots του Χρίστου Γεωργίου (αγγλική παραγωγή) που προβλήθηκε στο Witness του Al Jazeera  

Συνέντευξη στον Ανδρέα Ριρή

Χρίστος Γεωργίου: Στόχος μας η ουτοπία

«Ο Δεκέμβρης του 2008 δεν ήταν ξεκάρφωτο συμβάν. Ήταν κάτι που περίμενε να γίνει», μας λέει ο Χρίστος Γεωργίου, ο Κύπριος σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ «Children of the riots», το οποίο παρουσιάζει τις ιστορίες νέων που ζουν στην Αθήνα μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου του 2008. Η συνέντευξη με τον Κύπριο σκηνοθέτη εξελίχθηκε σε μια πολύωρη συζήτηση, η οποία δεν περιορίστηκε ούτε θεματικά, ούτε γεωγραφικά

 

Το «Children of the riots» προβλήθηκε στο φετινό Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Λεμεσού, με τον κόσμο να κατακλύζει το Θέατρο Ένα το βράδυ του Σαββάτου. Στη σύντομη συζήτηση που ακολούθησε, ο κ. Γεωργίου ρωτήθηκε γιατί δεν προέβαλε την άλλη άποψη. «Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε αποκλειστικά για τα παιδιά. Δεν είχε να κάνει με τις θέσεις του κράτους απέναντι στα γεγονότα». Εξάλλου, στο ψάξιμο για τα παιδιά που θα μιλούσαν στο ντοκιμαντέρ, δεν βρήκε κάποιο που να μην επηρεάστηκε. «Βρήκα παιδιά που δεν ήθελαν να πουν τι έκαναν στους δρόμους εκείνες τις μέρες. Βρήκα παιδιά που ήθελαν να πουν ότι δεν έκαναν τίποτα μέσα στους δρόμους εκείνες τις μέρες. Είναι λογικό γιατί ο καθένας κουβαλά έναν διαφορετικό προβληματισμό πάνω στις δράσεις του. Αλλά δεν βρήκα κανένα που να μην είχε κάποια αίσθηση ότι για τους ίδιους, αυτή η εποχή ήταν καταλυτική. Ότι μέσα από αυτή την εμπειρία είδαν τον κόσμο αλλιώς. Για μένα αυτό είναι το κομμάτι που έχει τρομερή σημασία», διευκρινίζει.

 

Ερωτώμενος για τα κίνητρα που τον ώθησαν στο να γυρίσει αυτό το ντοκιμαντέρ, σημείωσε ότι δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ένας άνθρωπος που έχει ο ίδιος παιδί, γύρισε όπλο εναντίον ενός 15χρονου και τον πυροβόλησε. Όσον αφορά στο πώς έζησε ο ίδιος τα Δεκεμβριανά του 2008, μας είπε: «Παραμυθένιος κόσμος. Άναβα την τηλεόραση να δω τα δελτία ειδήσεων και διερωτόμουν αν ήμασταν στους ίδιους δρόμους.»

 

Για τα αποτελέσματα των Δεκεμβριανών και του οποιουδήποτε κινήματος αντίδρασης, ο κ. Γεωργίου θεωρεί πως αν έστω και ένας άνθρωπος αλλάξει την οπτική του γωνία πάνω στον κόσμο, αυτό αποτελεί ένα βήμα. «Η ιστορία κινείται με τρελά αργούς ρυθμούς, οι οποίοι ποτέ δεν μας ικανοποιούν. Θεωρώ ότι σήμερα στην Αθήνα υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν αλλάξει καθόλου. Αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν και πάρα πολλοί άνθρωποι των οποίων η νοοτροπία προς το κράτος, προς την κοινωνία και προς τους συνανθρώπους τους έχει μπει σε μια διαδικασία προβληματισμού. Έχουνε κάνει ερωτήσεις στους εαυτούς τους, που δεν έκαναν παλιότερα. Αυτό από μόνο του είναι θετικό».

 

Ειρηνικά όρια

Το «Children of the riots» καταλήγει στις κινητοποιήσεις των Αγανακτισμένων το καλοκαίρι του 2011. Κινητοποιήσεις πρωτοφανείς σε όγκο και ποικιλομορφία, οι οποίες καταπνίγηκαν από την κρατική καταστολή. «Παρόλο το μπουρδέλο των ετερόκλητων σχημάτων που είχανε κατέβει εκείνες τις μέρες, υπήρχε γενικότερα μια αισιοδοξία και μια χαρά μέσα στον κόσμο. Το ότι άνθρωποι κατέβαζαν τα μωρά τους, γέροι συνταξιούχοι βγήκαν στον δρόμο, οικογένειες βρήκαν ένα χώρο μέσα από τον οποίο μπορούσαν να διαμαρτυρηθούν και να εκφράσουνε το παράπονό τους, μέσα σε ένα κλίμα γενικότερης θετικής ενέργειας -γιατί αυτό που έπιανε ο κόσμος ήτανε το ‘κοίτα να δεις που υπάρχουν κι άλλοι πολλοί’- αυτό το πράγμα ήταν ανεπανάληπτο. Κάποια απ’ τα πράγματα που λέγονται στο ντοκιμαντέρ θεωρώ ότι είναι μοναδικές αφηγήσεις. Όπως λέει η Στέλλα για το 2008 ότι ‘νομίζαμε ότι θα αλλάξει ο κόσμος’. Όπως λέει ο Γιώργος μετά για το Σύνταγμα ότι ‘εδώ πρέπει να μάθουμε να μιλούμε, γιατί κάπως έχουμε ξεχάσει να επικοινωνούμε’. Ήταν μια πάρα πολύ όμορφη στιγμή», τονίζει ο Κύπριος σκηνοθέτης.

 

Ελάχιστοι μπορούν να διαφωνήσουν μ’ αυτό. Τι άλλαξε όμως και σταμάτησαν οι κινητοποιήσεις;
Το ότι το κράτος έφερε τις συνηθισμένες πρακτικές βίας και καταπίεσης για να διαλύσει τον κόσμο, γιατί συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούν να έχουν όλες αυτές τις μάζες του κόσμου από όλες τις πτυχές της κοινωνίας να είναι μπροστά από τη Βουλή και να διαμαρτύρονται. Έπρεπε αυτό το πράγμα να σπάσει και ο τρόπος ήταν να ενταχθεί η βία σε αυτή την εξίσωση, ούτως ώστε ο κοσμάκης ο απλός να φοβηθεί και να φύγει. Να κλειστούνε πάλι στα σπίτια τους γιατί νιώθανε ότι κινδυνεύουν οι ζωές τους και να παραμείνουν αυτοί που εύκολα χαρακτηρίζονται ‘επιθετικοί’.

 

Άρα σε αυτές τις κινήσεις, πώς απαντά ο διαμαρτυρόμενος;
Ο Βασίλης λέει στο ντοκιμαντέρ ότι πρέπει να βρούμε καινούριους τρόπους. Δεν ξέρω. Για εκείνον οι τρόποι αυτοί θα βγουν μέσα από την κοινωνία. Αναφέρεται στο πάρκο της Ναβαρίνου, όπου ένας κόσμος μαζεύτηκε και ξανακέρδισε ένα πάρκο. Τώρα, η αλήθεια είναι ότι το πάρκο στη συνέχειά του δεν είναι τόσο αθώο και αγγελικό όσο ήταν στην αρχή της δημιουργίας του, γιατί όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Αλλά το γεγονός ότι μια ομάδα πολιτών μαζεύτηκε και ειρηνικά από το μπετόν έφτιαξε κάτι το οποίο θα εμπλούτιζε τη ζωή τους, είναι ένα μικρό παράδειγμα του τι θα μπορούσε ο πολίτης να καταφέρει.

 

Είναι όντως το πιο απτό παράδειγμα του τι έμεινε στην Αθήνα μετά τα Δεκεμβριανά του 2008.
Η δύναμη του κόσμου -και τώρα θ’ ακουστώ λίγο μαρξιστής- είναι στη μάζα, στον όχλο. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι πρέπει να βγει κάποιος σ’ ένα βάθρο που να έχει ένα σταυρό ή ένα σκήπτρο και να τους πει «κατευθυνθείτε ω λαέ». Μόνο ο κόσμος ο ίδιος μπορεί να δημιουργήσει αυτή τη συνοχή και την ενότητα. Η συνοχή κάτω απ’ το λάβαρο είναι ψεύτικη. Η πραγματική συνοχή έρχεται μέσα από τη θέληση του ίδιου του κόσμου. Δεν ξέρω πώς φτιάχνεται αυτό. Νομίζω πως ουδείς περίμενε να κατεβεί τόσος κόσμος στο Σύνταγμα εκείνες τις μέρες. Ουδείς ήξερε πώς να το χειριστεί. Πολλοί είχαν τις διαφορετικές τους θεωρίες. Καμία δεν δούλεψε. Δεν είναι κάτι το οποίο σε αφήνει με ξεκάθαρες προτάσεις για λύσεις. Είναι όμως κάτι το οποίο σε αφήνει με μια συνειδητοποίηση τού ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει πράγματα με τη φωνή και την αντίδραση, η οποία δεν είναι κατ’ ανάγκη βίαιη. Μπορείς να κάνεις ανθρώπους να σε ακούσουν. Θα μου πεις «σπάσανε το ρεκόρ ρίψης δακρυγόνων πέντε φορές απανωτά και πιστεύουμε ότι ακόμα θα μας ακούσουν;».

 

Πέσανε περισσότερα δακρυγόνα πέρσι απ’ όσα πέσανε τον Δεκέμβριο του 2008. Τα Δεκεμβριανά ήτανε και πιο βίαια από το περσινό κύμα διαδηλώσεων…
Είναι κάποιοι που τα αφτιά τους είναι κλειστά. Είναι και κάποιοι που θ’ ακούσουν όμως. Έχουμε μάθει να διαχωρίζουμε τους εαυτούς μας σε ομάδες. Οι δεξιοί, οι αριστεροί, οι ακροδεξιοί, οι ακροαριστεροί, οι κεντροδεξιοί κοκ. Για κάθε τρία άτομα πρέπει να υπάρχει ένας πρόεδρος. Τι είναι αυτό το πράγμα; Είμαστε τόσο διαφορετικοί; Δηλαδή οι κυβερνώντες δεν έχουνε παιδιά, δεν έχουνε παππούδες, δεν νοιάζονται για κάποια πράματα όπως κι εμείς; Θα μου πεις, «ναι, νοιάζονται, αλλά βάλανε το ατομικό τους συμφέρον πάνω από το γενικότερο συμφέρον». Ναι, αλλά μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση δεν υπάρχει μια ανθρωπιά; Δεν υπάρχει μια ανθρωπιά που να ελπίζουμε ότι μπορούμε να την αγγίξουμε; Πού αλλού υπάρχει ελπίδα άμα δεν υπάρχει εκεί;

 

Υπάρχει μια τεράστια διαστρέβλωση των ρόλων. Δυστυχώς ο πολιτικός -νομίζω το έχουμε αποδεχθεί όλοι και γι’ αυτό τον λόγο με ρώτησε κάποιος μετά την προβολή ‘γιατί νομίζεις ότι υπάρχουνε περισσότερες αντιδράσεις αυτή την εποχή;’- δεν ικανοποιεί το κοινό με τον τρόπο που κυβερνά. Ούτε το σύστημα μάς ικανοποιεί. Αυτό συμβαίνει επειδή το πολιτικό σχήμα το οποίο έπρεπε να νοιάζεται για τον λαό, νοιάζεται για μια άλλη τάξη πραγμάτων. Αυτά τα προβλήματα όμως, μόνο με επικοινωνία μπορούν να λυθούν. Μόνο με το να ξανακερδίσουμε την επαφή μεταξύ μας. Το να συνειδητοποιήσει εκείνος ο άνθρωπος ότι είμαι κι εγώ εδώ. Να συνειδητοποιήσω κι εγώ ότι είναι κι εκείνος εκεί. Ένα παιδί με ρώτησε ‘και με την Κύπρο τι γίνεται;».Η πραγματική μου ελπίδα παραμένει στο ότι είμαστε ‘πέντε άνθρωποι’ σ’ ένα μικρό νησί. Δεν γίνεται να χάσουμε την επικοινωνία μεταξύ μας. Είναι δυνατόν αν όλοι εμείς γίνουμε συνειδητοποιημένοι πολίτες να μην μπορούμε να επηρεάσουμε και να επανακτήσουμε την επικοινωνία μεταξύ μας και να κάτσουμε να βρούμε τι θεωρούμε ότι είναι το καλύτερο γι’ αυτό τον τόπο και να το πράξουμε; «Ουτοπία» θα μου πεις. Αν δεν είναι αυτή η ουτοπία ο στόχος μας, τότε ποιος είναι;

 

Κατάργηση πολιτικών όρων

Στην Κύπρο ειδικά μου φαίνεται πολύ δύσκολο, γιατί το κόμμα της Αριστεράς είναι συστημικό. Συμμετείχε σ’ όλες τις κυβερνήσεις, πλην της δεκαετίας 1993-2003.

 

Δεν ξέρω αν μπορούν να μας αντιπροσωπεύουν αυτοί οι όροι πια. Αριστερά, δεξιά κόμματα… Αυτές οι φιλοσοφίες δυστυχώς έχουν παραμεριστεί για άλλου είδους σχέσεις. Τις λεγόμενες πελατειακές. Αυτό είναι πρόβλημα. Ένα κράτος το οποίο υποτίθεται πως είναι κράτος δικαίου, δεν μπορεί να στηρίζεται σε πελατειακές σχέσεις.

 

Ήσασταν πάντα πολιτικοποιημένος;
Δεν ξέρω… Διστάζω, γιατί το πολιτικοποιημένος συνδέεται δυστυχώς με τα κόμματα. Ήμουνα πάντα πολιτικά δραστήριος. Πίστευα πάντα ότι οι δράσεις μας έχουν πολιτικό αντίκτυπο. Πίστευα πάντα πως το τι κάνεις και το πώς ζεις έχει ένα πολιτικό νόημα. Απ’ αυτή την άποψη, ναι. Αυτό δεν ισχύει μόνο για ανθρώπους που κάνουν ταινίες, γράφουν άρθρα κλπ, αλλά για τον καθένα από μας, από την καθημερινή του ζωή, από το πώς μεγαλώνει τα παιδιά του. Υπάρχει ένα πολιτικό ήθος παρά μια κομματική ταύτιση, που θα ‘πρεπε ηθικά να μας καθοδηγεί. Είναι ένα κομμάτι που όλοι μας έχουμε. Να ξέρουμε τι είναι σωστό και τι είναι λάθος. Μεγαλώνοντας τα παιδιά μας, προσπαθούμε να τα μεταφέρουμε αυτά τα πράγματα.

 

Καθένας όμως έχει διαφορετικά κριτήρια περί σωστού και λάθους.
Κάπου μέσα σ’ όλα αυτά εντάσσεται και ο συμβιβασμός. Ένα δύσκολο μάθημα…

 

Κάποιες φορές δεν μπορεί να υπάρξει. Εσείς μπορείτε να συμβιβαστείτε με έναν χρυσαυγίτη;
Όχι. Υπάρχουν κάποιες θέσεις με τις οποίες δεν μπορείς να συμβιβαστείς. Και το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή με τη Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα είναι τραγικό, μου προκαλεί φρίκη, αλλά δυστυχώς αναδεικνύει ένα πραγματικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Δεν πιστεύω ότι η ΧΑ αναδείχθηκε μόνο μέσα από ψήφους διαμαρτυρίας. Πιστεύω ότι αναδείχθηκε και μέσα από φόβο ανθρώπων που χωρίς να ξέρουν καλύτερα, ασπάζονται πράγματα τα οποία δεν αναλύουν αρκετά και επιτρέπουν στον εαυτό τους να στηρίζουν απαράδεκτα φαινόμενα.

 

Κυπριακού εμπειρίες

Εξακολουθείτε να παρακολουθείτε το Κυπριακό;
Είναι δύσκολο να παρακολουθείς την κυπριακή επικαιρότητα και να μην παρακολουθείς το Κυπριακό. Από τη μέρα της εισβολής παραμένει η πρώτη είδηση.

 

Το τελευταίο διάστημα είναι η οικονομία και η νέα «εισβολή» της τρόικας.
Το όλο θέμα της οικονομίας είναι σαφώς σημαντικό, αλλά κάπου υπάρχει και μια τρελή παραπλάνηση. Θυμάμαι μια κουβέντα που είχα με έναν φίλο παλιότερα, που μου έλεγε «τωρά εννα βρούμεν τα πετρέλαια τζαι τα φυσικά αέρια, έννα ππέσει χρήμαν στην Κύπρο, έννα χορτάσουν ούλλοι τζ’ έννα ησυχάσουμεν». Δεν παίζει όμως αυτό, νομίζω το ξέρουμε όλοι. Δεν είναι τα λεφτά που θα φέρουν ισορροπία.

 

Έχετε συγγενείς εγκλωβισμένους ή και αγνοούμενους;
Και τα δύο. Ο θείος μου ο Τάκης ήταν αστυνομικός στη Γιαλούσα και ήταν ένας από τους αγνοούμενους μέχρι πρόσφατα, όταν έγινε η ταυτοποίηση των οστών του. Οι θείες μου, η γιαγιά και ο παππούς μου μείνανε στο χωριό για διαφορετικά χρονικά διαστήματα ο καθένας, ανάλογα με το πόσο άντεξαν να ζουν υπό την τουρκική κατοχή. Αυτή την περίοδο που αυτοί οι άνθρωποι ζήσανε, που ήθελαν να μείνουν στα χωριά τους, είχε πολύ κόσμο που θεωρούσε ότι «έρχεται ο τουρκικός στρατός, αλλά δεν θα κάνει κάτι σ’ εμάς τους απλούς ανθρώπους». Όταν άρχισαν να ζούνε αυτή την πραγματικότητα κάτω από τον τουρκικό ζυγό, που μπορούμε να πούμε ότι σίγουρα ήταν σκοπός του κατακτητή σιγά-σιγά να αφανίσει τον ελληνικό πληθυσμό από τη βόρεια πλευρά του νησιού, οι πιέσεις πάνω τους, στις περιουσίες τους, στα παιδιά τους, στις ζωές τους… Όλα αυτά τους έσπρωξαν στην εγκατάλειψη του χωριού τους.

 

Θα σας ενδιέφερε να κάνετε ταινία βασισμένη σε αυτές τις εμπειρίες;
Θα μ’ ενδιέφερε να κάνω ταινίες πάνω σε πάρα πολλά θέματα. Οι ιστορίες είναι απίστευτες. Μπορεί κανείς να τις κοιτάξει και να βγάλει ένα ντοκιμαντέρ ή μία μυθοπλασία ή οτιδήποτε. Είμαι από τους ανθρώπους που τους αρέσει να εμπνέονται μυθοπλασίες μέσα από δικές μου πραγματικές εμπειρίες ή άλλων ανθρώπων που ξέρω. Θεωρώ ότι υπάρχουν πάρα πολλές ιστορίες στη ζωή της Κύπρου, ακόμα και πιο πίσω στον αγώνα της ΕΟΚΑ, στην εισβολή, τον εγκλωβισμό, όσα ακολούθησαν. Σκέψου τώρα να είναι κάποιος εγκλωβισμένος στο χωριό του, να ζει με έναν συγκεκριμένο τρόπο για δύο χρόνια και να έρχεται στην ελεύθερη Κύπρο, να περνάει από ένα κεντρικό δρόμο και να βλέπει κόσμο σε καφέ, σε μπαρ και να συνειδητοποιεί ότι ο κόσμος δεν έχει καμία ιδέα για τη ζωή που ζούσε αυτός.
Είναι τεράστια θέματα. Αυτό που με ενδιαφέρει πάντοτε είναι η ανθρώπινη διάσταση. Προσπάθησα ακόμα και σε αυτό το ντοκιμαντέρ να δώσω λίγο χώρο για να βγουν οι ανθρώπινοι χαρακτήρες των παιδιών που μιλούσανε, σε μια προσπάθεια να τους δω σε διαφορετικούς χώρους, να πιάσω πράγματα που δεν σχετίζονται μόνο με τις πολιτικές κινήσεις τους. Λιγότερο ή περισσότερο, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε δουλειάς, αυτό είναι που με κεντρίζει περισσότερο.
Ήμουνα σε μια συζήτηση σε ένα φεστιβάλ παλαιότερα, όπου είχανε ρωτήσει κάποιον άνθρωπο που η δουλειά του ήτανε να χρηματοδοτεί την παραγωγή ταινιών, τι ψάχνει στα σενάρια που παραλαμβάνει. Και ήταν ολόκληρο πάνελ από κόσμο μαζί με αυτόν τον κύριο και ο καθένας έλεγε «ψάχνω μια δομή, μια ιστορία, ένα θέμα». Όλα αυτά είναι σωστά για τον καθένα. Εγώ όμως ταυτίστηκα με την απάντηση αυτού του ανθρώπου. «Ψάχνω ένα συναίσθημα, κάτι να με αγγίξει». Για μένα αυτό είναι πάντα το κίνητρο.

 

Η τελευταία σας ταινία, το «Μικρό έγκλημα», ήταν κωμωδία. Μετά γυρίζετε το ντοκιμαντέρ που είναι καθαρά κοινωνικοπολιτικό. Αυτή η χρονική στιγμή και η εμπειρία από το ντοκιμαντέρ σάς επηρεάζει ώστε να ασχοληθείτε περισσότερο με αυτό το κινηματογραφικό είδος; Ή θα επιστρέψετε στο καθαρά μυθοπλαστικό;
Προσπαθώ να είμαι ενεργός και στα δύο είδη. Οι ταινίες με τις οποίες έχω ασχοληθεί μέχρι τώρα, αφορούσαν θέματα στα οποία ήθελα να πω κάτι τη συγκεκριμένη εποχή. Ή ήταν θέματα τα οποία ζούσα. Όταν έκανα το «Κάτω απ’ τ’ άστρα», ήταν το θέμα της ζωής μου εκείνη την εποχή. Όταν έκανα το «Μικρό έγκλημα», ήτανε σε μια εποχή όπου ήμουνα πανευτυχής ζώντας στην Αθήνα, κι είχα την ευχέρεια να παίρνω τη μηχανή μου και να πηγαίνω βόλτες στα νησιά, όπου ο κόσμος μου ήταν γεμάτος με τέτοιου είδους εικόνες και ιστορίες, οπότε βγήκε αυτή η ταινία.

 

Στη συνέχεια, όταν προέκυψαν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008, η ζωή μας ποτίστηκε με αυτά τα γεγονότα, οπόταν αντέδρασα προς αυτά. Στη συνέχεια, θέλω να πιστεύω πως έτσι θα πάει. Έχουμε στιγμές στις ζωές μας που βγαίνουμε στους δρόμους και διαμαρτυρόμαστε κι έχουμε στιγμές που είμαστε ευτυχισμένοι με τους φίλους μας, τις οικογένειές μας κλπ. Ακόμα και στο «Μικρό έγκλημα», που είναι σαφώς μια κωμωδία και ήταν στόχος μου να κάνω τον θεατή να νιώσει καλά, υπήρχαν προβληματισμοί για την πελατειακή σχέση και ζωή της Ελλάδα. Ότι ο νεαρός μπατσάκος θέλει να πάρει το διορισμό και ρωτά τον μάστρο του αν υπάρχει τρόπος εκείνος να κάνει κάτι να κουνήσει τα νήματα… Είναι δοσμένα σε μια πολύ πιο αθώα μορφή, αλλά παρουσιάζουν τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει η κοινωνία. Νομίζω η κοινωνία είναι πάντα παρούσα και τα πολιτικά νοήματα είναι πάντα παρόντα, αλλά η κάθε ταινία έχει μια άλλη αίσθηση, μια άλλη μορφή, μια άλλη αντίληψη, έναν άλλο σκοπό.

 

Πηγή: http://www.parathyro.com/?p=14678

 

 

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

Animation: "O γέρος και η θάλασσα"

Ο Alexandre Petrov κατέχει ιδιαίτερη και περίοπτη θέση στο ρωσικό animation. Η τεχνική που χρησιμοποιεί με εντυπωσιακό τρόπο είναι η ζωγραφική (κραγιόνια παστέλ και λάδι) πάνω σε επιφάνειες γυαλιού.
 
 Η τεχνική της ζωγραφικής πάνω σε γυαλί βρίσκει τέλεια εφαρμογή εδώ: το όνειρο και τα παραληρήματα, οι μυθολογικές και εικαστικές αναφορές, παράφορη σύνθεση σε πίνακες και οι προεκτάσεις τους, αλλοιώσεις εικόνων. Τέλεια επανεγγραφή της σλαβικής τρέλας στο animation. Το όνειρο βρίσκεται στην κατά φαντασία τρέλα και πηδάει από τη μια αναφορά στην άλλη, οι στιγμές όμως που περιβάλλουν το όνειρο παρουσιάζονται τελείως διαφορετικές. Είναι σε αποχρώσεις ώχρας και οι φωτισμοί θυμίζουν έντονα ταινίες του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Το απόγειο της τέχνης του Πετρόφ. (Γιάννης Βασιλειάδης, Animation, Εκδόσεις Αιγόκερως).

Μια αριστουργηματική ταινία πάνω στο διήγημα του Έρνεστ Χέμινγουέι.



Πηγή:
Hit&Run

Aleksandr Petrov: Making of 'The Old Man And The Sea'




Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Για τον αστικό αφορισμό




...για τον αστικό αφορισμό, αυτός ανήκει στη μεταγλώσσα, είναι μια γλώσσα δευτερογενής, που ασκείται πάνω σε προπαρασκευασμένα αντικείμενα. Κλασική του μορφή είναι το απόφθεγμα. Η διαπίστωση εδώ δεν απευθύνεται σ’ έναν κόσμο που φτιάχνεται, πρέπει να καλύπτει έναν κόσμο ήδη φτιαγμένο, να συγκαλύπτει τα ίχνη της παραγωγής αυτής κάτω από μια αιώνια μαρτυρία: είναι μια αντιεξήγηση, το ευγενές ισοδύναμο της ταυτολογίας, του πρακτικού εκείνου «διότι», που οι αμαθείς γονείς κρεμάνε πάνω από τα κεφάλια των παιδιών τους. Θεμέλιο της αστικής διαπίστωσης είναι ο υγιής νους,  δηλαδή μια αλήθεια που σταματά με αυθαίρετη εντολή εκείνου που μιλάει.

ΡΟΛΑΝ ΜΠΑΡΤ 
μυθολογίες μάθημα εκδ: ΚΕΡΔΟΣ

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015

Βαν Γκογκ, Γράμματα στον αδελφό του Θεόδωρο



Letter from Vincent van Gogh to Theo van Gogh, Etten, September 1881

Ακολουθούν κάποια αποσπάσματα που ξεχώρισα από το βιβλίο 
"Βαν Γκογκ, Γράμματα στον αδελφό του Θεόδωρο",  κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη 
Ο ορισμός της τέχνης...
«Δεν ξέρω καλύτερο ορισμό της τέχνης από αυτόν εδώ : «Τέχνη είναι ο άνθρωπος που προστίθεται στη φύση», τη φύση, την πραγματικότητα, την αλήθεια, μα με μια σημασία με μια σύλληψη, μ’ έναν χαρακτήρα, που φανερώνει ο καλλιτέχνης, και που σ’ αυτά δίνει έκφραση, τα «αποδεσμεύει», τα ξεδιαλύνει, τα λυτρώνει, τα φωτίζει. Ένας πίνακας του Μωβ, ή του Μαρί, ή του Ισραέλς λέει περισσότερα και μιλάει πιο καθαρά απ’ την ίδια την φύση.»
«Τι είναι η ζωγραφική; Πως κατορθώνει κανείς να ζωγραφίζει; Όταν ζωγραφίζουμε, είναι σαν ν’ ανοίγουμε πέρασμα σ’ έναν αόρατο σιδερένιο τοίχο, που φαίνεται να βρίσκεται ανάμεσα σε εκείνο που νιώθουμε και σε κείνο που μπορούμε. Πως πρέπει κανείς να περάσει αυτό τον τοίχο; Γιατί δεν ωφελεί σε τίποτα να τον χτυπάμε δυνατά. (…) Και με τα καλλιτεχνικά ζητήματα γίνεται ότι γίνεται και με τ’ άλλα. Και το μεγαλείο δεν είναι κάτι το τυχαίο, πρέπει να το έχει θελήσει κανείς

The Café Terrace on the Place du Forum, Arles, at Night, September 1888

Οι δυσκολίες της ζωής του...
«Η αλήθεια είναι πως πότε κέρδιζα το ψωμί μου και πότε με τάιζε από συμπόνια κανένας φίλος, έζησα όπως μπόρεσα, άλλοτε καλά και άλλοτε άσχημα, όπως έρχονταν τα πράγματα, η αλήθεια είναι πως έχασα την εμπιστοσύνη πολλών ανθρώπων, πως τα οικονομικά μου βρίσκονται σε αξιοθρήνητη κατάσταση, πως το μέλλον μου είναι αρκετά σκοτεινό, πως μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερο, πως έχασα καιρό κερδίζοντας το ψωμί μου, πως οι μελέτες μου βρίσκονται κ αυτές σε αξιοθρήνητη κι απελπιστική κατάσταση, και πως μου λείπουν πολλά, αφάνταστα περισσότερα απ’ όσα έχω. Αυτό όμως σημαίνει ξεπεσμό και πως δεν κάνω τίποτα;»

Vincent van Gogh's room in Saint Paul de Maussole
Για τη φτώχεια 
«Η φτώχεια εμποδίζει τους εκλεκτούς να πετύχουν, αυτή είναι η παλιά παροιμία του Palizzy πούχει μια δόση αλήθειας, κι είναι ολότελα αληθινή αν κανείς καταλάβει την πραγματική σημασία και το νόημα αυτής της παροιμίας.»
Για τη ζωή
«Ο δρόμος είναι στενός, η δίοδος είναι στενή και λίγοι τη βρίσκουν»


Sketch by Vincent Vincent van Gogh
Για τη Ζωγραφική
«Υπάρχουν νόμοι αναλογιών, φωτός και σκιάς, προοπτικής που πρέπει κανείς να γνωρίζει για να μπορεί να ζωγραφίζει. Αν δεν τα κατέχει κανείς αυτά, κάνει έναν «άκαρπο αγώνα» και δεν κατορθώνει ποτέ να «ξεγεννήσει» τίποτα
«Πρέπει να στήνεις τ’ αυτί σου περισσότερο σε αυτά που λέει η φύση παρά στη γλώσσα των ζωγράφων
«Με πλημμυρίζουν οι καινούργιες χαρές για όσα βλέπω, γιατί ελπίζω πάλι να φτιάξω κάτι που να’ χει ψυχή.  Είμαι τόσο πολύ πασαλειμμένος με χρώματα, που υπάρχουν χρώματα και πάνω σε αυτό το γράμμα ακόμα. Δουλεύω τη μεγάλη ακουαρέλα με τη ξέρα. Θα ήθελα πολύ να πετύχει, μα το μεγάλο πρόβλημα είναι να διατηρήσω το σχέδιο με μια βαθύτητα τόνου κι ο φωτισμός είναι τρομερά δύσκολος

The Sower, 1888, Kröller-Müller Museum
«Θέλω να πω πως υπάρχουν, κανόνες κι όχι άτομα, βασικές αρχές ή αλήθειες, τόσο για το σχέδιο όσο και για τα χρώματα. Και σ’ αυτούς τους νόμους και τις αρχές πρέπει να επανέρχεται κανείς όταν υπάρχει σε αυτά κάτι αληθινό.  Όσον αφορά το σχέδιο, υπάρχει, λόγου χάρη, αυτός ο τρόπος να δουλεύεις στρογγυλά, παίρνοντας σαν βάση το οβάλ σχήμα για το σχέδιο των μορφών. Οι Έλληνες το είχαν κιόλας καταλάβει αυτό, κι έτσι θα είναι ως το τέλος του κόσμου.»
«Νιώθω τον εαυτό μου πολύ τσακισμένο από τη θλίψη για να αντιμετωπίσω τη δημοσιότητα. Το να ζωγραφίζω με διασκεδάζει. Μα όταν ακούω να μιλάνε για τη ζωγραφική μου, στεναχωριέμαι περισσότερο απ’ όσο μπορείς να φανταστείς…»
«Τεό, χωρίς άλλο, δεν είμαι τοπιογράφος, κι αν ζωγραφίζω τοπία, θα βρεις πάντα μέσα σε αυτά τον άνθρωπο.»

Road with Cypress and Star, May 1890
Έρωτας δίχως ανταπόκριση...

«Ήθελα να σου πω πως εφέτος το καλοκαίρι άρχισα να αγαπώ την Κ*. Μα όταν της το είπα, μου απάντησε πως το παρελθόν και το μέλλον ήταν για αυτήν αχώριστα, και πως ποτέ δε θα μπορούσε να ανταποκριθεί στα αισθήματά μου. 


Βρέθηκα τότε μπροστά σε ένα φοβερό δίλημμα: να υποταχθώ σε αυτό το: «ποτέ, όχι, ποτέ», ή να θεωρήσω την υπόθεση σα να μην είχε τελειώσει, να διατηρήσω μια ελπίδα και να μην το πάρω απόφαση να υποχωρήσω;

Διάλεξα το δεύτερο.
Στο μεταξύ, εξακολουθώ να δουλεύω σκληρά, κι από τότε που συνάντησα την Κ.* η δουλειά μου έγινε πολύ πιο εύκολη.


Ένας χρόνος μαζί της θα ήταν σωτήριος για αυτήν και για μένα, μα οι γονείς της αντιδρούν σ’ αυτό.


Μα καταλαβαίνεις καλά, πως δε θα παραλείψω τίποτα που θα μπορούσε να με φέρει πιο κοντά της και πήρα την απόφαση να την αγαπώ ώσπου να με αγαπήσει κι αυτή στο τέλος.


Ερωτεύεσαι καμιά φορά, Τεό; Θα ήθελα να ερωτευόσουν, γιατί, πίστεψε με, οι «μικρές δυστυχίες», έχουν κι αυτές την αξία τους. Είσαι απελπισμένος, υπάρχουν στιγμές που νομίζεις πως βρίσκεσαι στην κόλαση, μα υπάρχει και κάτι άλλο, κάτι το καλύτερο.


Υπάρχουν τρεις βαθμίδες :
 
1ο Να μην αγαπάς και να μη σε αγαπούν.
 
2ο Ν’ αγαπάς και να μη σε αγαπούν (η περίπτωση σου)

 
3ο Ν’ αγαπάς και να σ’ αγαπούν.
Έχω τη γνώμη πως η δεύτερη βαθμίδα αξίζει περισσότερο από την πρώτη, μα η τρίτη είναι το summum.


Λοιπόν, παλιόπαιδο, κοίταξε να ερωτευτείς και συ και με τη σειρά σου να μου τα πεις. Να φανείς καλός σε μια περίπτωση σαν τη δική μου και να μου δείξεις συμπάθεια.»

*Εδώ αξίζει να αναφερθεί, ότι η Κ. ήταν μια ξαδέλφη του Βικέντιου, χήρα με ένα παιδί.

Old man in sorrow, Van Gogh

Για την Τέχνη, τον εαυτό του...
«Θέλω να φτιάξω σχέδια, που να κάνουν εντύπωση στους ανθρώπους. Το Sorrow είναι μια μικρή αρχή, ίσως ένα μικρό τοπίο όπως το Laan van Meerdervoort, τα λιβάδια του Rijswijk, το μέρος που ξεραίνουν τα ψάρια, είναι επίσης μια μικρή αρχή, τουλάχιστον έχουν κάτι που βγαίνει κατευθείαν απ’ την καρδιά μου. Είτε σε προσωπογραφία, είτε σε τοπία, θα ήθελα να εκφράσω όχι κάτι το αισθηματολογικά μελαγχολικό, μα έναν βαθύ πόνο.



Με λίγα λόγια, θέλω να φτάσω στο σημείο που να λένε για το έργο μου : αυτός ο άνθρωπος νιώθει βαθιά, αυτός ο άνθρωπος έχει τρυφερά αισθήματα, κι αυτό παρά τη λεγόμενη χοντροκοπιά που μου αποδίδουν.


Τι είμαι για τον περισσότερο κόσμο; Μια μηδαμινότητα ή ένας αλλόκοτος αντιπαθητικός άνθρωπος, ένας που δεν έχει καμιά υπόσταση στην κοινωνία ή που δε θ’ αποκτήσει ποτέ, τέλος κάτι λιγότερο από μια νούλα. Έστω. Θα ήθελα να δείξω με το έργο μου τι υπάρχει στην καρδιά ενός τέτοιου ανθρώπου αλλόκοτου, μιας τέτοιας μηδενικότητας.

Detail of Self-portrait (1889)


Πρόκειται για τη φιλοδοξία, που είναι «παρ’ όλα αυτά» θεμελιωμένη λιγότερο στη μνησικακία παρά στην αγάπη, περισσότερο σε ένα αίσθημα γαλήνης παρά στο πάθος. Μολονότι συχνά είμαι βουτηγμένος στη μιζέρια, υπάρχει ωστόσο μέσα μου μια αρμονία και μια μουσική, ήρεμη και αγνή. Στο πιο φτωχικό σπιτάκι, στην πιο βρώμικη γωνιά, βλέπω πίνακες και ζωγραφιές. Και το μυαλό μου τραβάει προς αυτή την κατεύθυνση από μια ακατανίκητη ώθηση.


Όσο περισσότερο απελευθερώνομαι απ’ αυτά τόσο πιο γρήγορα συλλαμβάνει το μάτι μου τη γραφική άποψη. Η τέχνη απαιτεί επίμονη δουλειά, μια δουλειά που αδιαφορεί για τα πάντα και μια συνεχή παρατηρητικότητα.»


«Δεν πρέπει να με απασχολεί η γνώμη του κόσμου για μένα. Πρέπει να τραβάω μπροστά, αυτό μονάχα πρέπει να σκέφτομαι.»

Starry Night

Για την τρέλα του 

«Και προσωρινά επιθυμώ να μείνω κλεισμένος στο Νοσοκομείο, τόσο για τη δική μου ησυχία, όσο και για την ησυχία των άλλων.


Αυτό που με παρηγορεί λιγάκι, είναι που αρχίζω να θεωρώ την τρέλα σαν μια αρρώστια και σε αυτές τις κρίσεις μου, μου φαινόταν πως ότι φανταζόμουν ήταν η πραγματικότητα. Τέλοσπαντων, δε θέλω ούτε να σκέφτομαι ούτε να μιλώ για αυτά

Τραγική ειρωνεία:

«Οι πίνακες μου δεν έχουν αξία, και είναι αλήθεια πως μου κοστίζουν υπερβολικά σε χρήματα και ακόμα κάποτε σ' αίμα και σε μυαλό. δεν επιμένω, κι έπειτα τι θες να πω;»


 
Τα δυο αδέλφια, ο Vincent και ο Theo, θάφτηκαν μαζί στο Auvers-sur-Oise
Ένα βιβλίο που αξίζει να μελετηθεί από φιλότεχνους και μη. Ο διασημότερος και ίσως σπουδαιότερος ζωγράφος αποκαλύπτεται μέσα από τις επιστολές προς τον αδελφό του Τεό. Εκφράζει πάθος για τη δουλειά του, να πετύχει τα όνειρα και τους στόχους του. Τα οικονομικά προβλήματα εμφανίζονται συνεχώς ως εμπόδιο στην τέχνη του, αφού πολλές φορές δεν έχει χρήματα ούτε για τα υλικά που του χρειάζονται για να ζωγραφίσει. Τελειομανής, εργασιομανής, μοναχικός, παράξενος, παθιασμένος με τα πινέλα και την ζωγραφική του. Με μια διαρκή αγωνία για αγάπη και έναν φόβο για τα χρήματα.

Πηγή: http://roadartist.blogspot.gr